Μυρρίνη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρίνῃ — Μυρρίνη fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυρρίνη — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 90 μ., 318 κάτ.) στην πρώην επαρχία Φυλλίδος του νομού Σερρών. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νέας Ζίχνης. * * * μυρρίνη, ἡ (Α) (αττ. τ.) βλ. μυρσίνη … Dictionary of Greek
μυρρίνῃ — μυρσίνη myrtle fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρίνηι — Μυρρίνῃ , Μυρρίνη fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρινῶν — Μυρρίνη fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρίναις — Μυρρίνη fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρίναισι — Μυρρίνη fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυρρίνηι — μυρρίνῃ , μυρσίνη myrtle fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μυρρίνην — Μυρρίνη fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)